Πέμπτη 2 Ιουλίου 2009

H σανίδα.

Την κρατάς. Χαλαρά. Με τα ακροδάχτυλα. Ακουμπάς πάνω το τζιν (σκέτο). Κάνα ρακάκι αν το χουν φέρει από το νησί. Ακουμπάς την τηλεόραση. Το κινητό. Κάνα βιβλίο. Την κρατάς παρατηρώντας τις παρανυχίδες του ξύλου που αρχίζει από την υγρασία και τρώγεται. Μαζί με το χρώμα. Αν είναι βαμμένη η σανίδα σου.
Τι χρώμα είναι η σανίδα σου; Α, δεν το σκέφτηκες. Το έχεις αφήσει φυσικό, "ξυλέ". Μόνο κάτι αυτοκόλλητα αυτοκινητάκια. Αντίκες. Γούστα είναι αυτά.
Την κρατάς.
Ενοχλεί το δαχτυλίδι.
Το πετάς.
Την κρατάς. Ή νομίζεις. Γιατί μερικές φορές ξεχνιέσαι από τη συνήθεια και δεν το καταλαβαίνεις.Όχι, όχι, σίγουρα την κρατάς. (Γιατί;-Δεν μπορείς να πεις με σιγουριά)
Κούραση. Λίγο. Η παλάμη ανεβαίνει εξ ενστίκτου. Πιο πολλή αφή. Εξ ενστίκτου.
Την κρατάς και...πάτε. Κάπου.
Πάτε. Πάτε.
Την κρατάς (Βόμπουρν, τεράστιος ώμος, όχι άλλες λέξεις)
Είναι μακριά το κάπου.
Δεν πειράζει. Έτσι κι αλλιώς, δε γίνεται αλλιώς. Πρέπει να πας προς το κάπου.
(Ή όχι;)
Την κρατάς.
Δεν υπάρχει χρόνος και λόγος για παραπάνω ερωτήσεις.
Κυλάτε παρέα.
Θάλασσα σταματημένη.
Την κρατάς ή σε κρατάει εκείνη;
Σχεδόν θυμώνεις. Όχι σχεδόν. Θυμώνεις. Πολύ.
Την κρατάς και τη σφίγγεις με λύσσα.
Δεν παθαίνει τίποτα φίλε. Δεν πονάει. Εσύ ματώνεις.
Την αφήνεις να σε σύρει.
Σέ ρνε σαι.
Στο...κάπου;
Καλά είναι.
Δεν θέλει κόπο, θέλει τρόπο.
Την κρατάς.
Με ανακούφιση.
Την κρατάς.
Χαμογελάς.

ΤΗΝ ΑΦΗΝΕΙΣ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου